Την τελευταία εβδομάδα, στο πρωθυπουργικό γραφείο έχουν φτάσει έρευνες κοινής γνώμης, τα ποιοτικά στοιχεία των οποίων δεν διαφέρουν και πολύ από αυτά προηγούμενων σφυγμομετρήσεων. Υπάρχουν όμως και κάποια στοιχεία που δεν έχουμε συνηθίσει να τα βλέπουμε σε δημοσκοπήσεις στον τρίτο χρόνο της θητείας μιας κυβέρνησης και, από την άποψη αυτή, παρουσιάζουν ενδιαφέρον: Ιδού μερικά, όπως τα έχουν καταγράψει (και αναλύσει) στο Μέγαρο Μαξίμου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξακολουθεί να παραμένει στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων ως ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός, και μάλιστα με αξιόλογη διαφορά από τον δεύτερο. Κάτι τέτοιο, επισημαίνεται, δεν είναι σύνηθες, για κάποιον που κυβερνάει επί δυόμισι χρόνια. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης καταγράφει μια συνεχή στασιμότητα και δεν καρπώνεται την όποια κυβερνητική φθορά. Κι αυτό δεν είναι επίσης σύνηθες.
Το ΚΙΝΑΛ φαίνεται να επιθυμεί να κινηθεί σε μια «ΣΥΡΙΖΑ λογική», αφού η μέχρι τώρα στρατηγική του νέου προέδρου έρχεται σε αντίθεση με τα «θέλω» των ψηφοφόρων του. Στο ερώτημα μάλιστα που υπάρχει στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, «αν θα ήμασταν καλύτερα ή χειρότερα με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ», μόλις το 3,3% των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ απαντά «ναι». Παράλληλα, μόλις το 25% επιθυμεί κυβέρνηση συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει το εύρημα ότι το 40% των ψηφοφόρων (2019) του ΚΙΝΑΛ λέει ΝΔ, απαντώντας στο ερώτημα «ποιο άλλο κόμμα θα μπορούσατε να ψηφίσετε».
Ένας νέος δείκτης όμως που αποτυπώνεται στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, και που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφορά το «Ποιος αρχηγός εκφράζει καλύτερα τον κεντρώο χώρο», έναν πολιτικό χώρο καθοριστικό για τις πολιτικές και εκλογικές εξελίξεις. Και δεν είναι τόσο συνηθισμένο ένας φιλελεύθερος, κεντροδεξιός πρωθυπουργός να κερδίζει την πρώτη θέση όσον αφορά τον καλύτερο εκφραστή του κεντρώου χώρου, αλλά ούτε είναι σύνηθες ένας νέος αρχηγός, όπως είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης, με το «καλημέρα» να διεκδικεί θέση στην πρώτη δυάδα του ίδιου δείκτη. Ούτε βέβαια είναι απόλυτα αναμενόμενο να βρίσκεται κοντά στα ποσοστά των δύο προηγούμενων αρχηγών και ένας από την Αριστερά.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν (και) αυτά τα στοιχεία, ο Κυρ. Μητσοτάκης, κατά πώς λένε κύκλοι του Μαξίμου, ανακοίνωσε ότι το 14ο Συνέδριο της ΝΔ θα πραγματοποιηθεί στις 6-8 Μαΐου, βάζοντας ουσιαστικά το ρολόι να μετράει αντίστροφα προς την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, έναν χρόνο μετά. Είναι αποφασισμένος δηλαδή να στήσει εθνικές κάλπες το 2023, με πιθανότερη περίοδο την άνοιξη της επόμενης χρονιάς. Έτσι, με ορίζοντα τους επόμενους 14 μήνες, ο κ. Μητσοτάκης καταστρώνει τη «γαλάζια» στρατηγική με έμφαση, βεβαίως, την οικονομία.
Με στόχο την αυτοδυναμία
Το επόμενο διάστημα είναι προφανές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τη μία θα επιχειρήσει να αναδείξει την «ανεπάρκεια» και την «πολωτική συμπεριφορά» του ΣΥΡΙΖΑ και από την άλλη θα επιμείνει στο να κάνει γνωστές στους πολίτες τις αντιφάσεις, στις οποίες εκτιμά ο ίδιος ότι πέφτει ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο οποίος, κατά το Μαξίμου, κινείται σε «ΣΥΡΙΖΑ λογική». Κι αυτό γιατί κεντρικός πολιτικός του στόχος είναι η επικράτησή του στο Κέντρο, κάτι που θεωρεί ότι θα το καταφέρει ακολουθώντας την παραπάνω τακτική. Μία τακτική που, όπως πιστεύει, θα οδηγήσει στην αυτοδυναμία της ΝΔ, αν όχι με τις εκλογές, που θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής (δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο με τα σημερινά δεδομένα), σίγουρα με τις επαναληπτικές.
του Φώτη Σιούμπουρα
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο