Το 2022 σιγά-σιγά μας αποχαιρετά, αποτροπιασμένο από τις απάνθρωπες πράξεις που καταγράφονται καθημερινά, σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Υγειονομική κρίση, δολοφονίες, αυτοκτονίες, σύγχρονες Μήδειες, έμφυλη βία, παιδεραστία, παρακολουθήσεις, οικονομικά εγκλήματα, η ειδησεογραφία πλούσια, βρίθει από ειδεχθείς πράξεις μιας παγκόσμιας κοινότητας, αποψιλωμένης από ανθρωπιστικές αρχές, που ρέπει προς την αυτοκαταστροφή της. Έτσι λοιπόν, όπως άλλωστε θα έπρεπε να κάνει και ο καθένας από το δικό του μετερίζι, ήρθε η ώρα να ασχοληθούμε με τα του οίκου μας.
Είμαι σίγουρος, πως όλοι οι άνθρωποι κάποια στιγμή στη ζωή τους, έχουν αναφωνήσει μετά βδελυγμίας, τη γνωστή πλέον ρήση: «Αλήτες, ρουφιάνοι δημοσιογράφοι» και ίσως, όχι άδικα. Την ίδια στιγμή όμως, μια ολιστική προσέγγιση – γνώμη, απέναντι σε έναν επαγγελματικό κλάδο, μοιάζει αφοριστική και θυμίζει τη ναζιστική συλλογιστική, η οποία αποδίδει την ιδιότητα στον άνθρωπο και όχι στον άνθρωπο την ιδιότητα. Με μια τέτοια λογική, θα μπορούσαμε εύκολα να δηλώσουμε και να επιβεβαιώσουμε άλλες ρήσεις, όπως το γνωστό: Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι ή πως όλοι οι πολιτικοί είναι ψεύτες, πως κάθε γιατρός τσεπώνει φακελάκι, ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι τεμπέληδες, ότι οι καταστηματάρχες κλέβουν την εφορία κοκ., μα αυτό δε θα ήταν δίκαιο.
Ο κόσμος μας πράγματι, δεν είναι αγγελικά πλασμένος. Όχι τουλάχιστον από τότε που η βιβλική Εύα δάγκωσε το μήλο και το πρόσφερε στον Αδάμ, μα σίγουρα δεν ήταν, προτού η σύγχρονη Εύα καταστρέψει τον Παράδεισο των Βρυξελλών που δεν της έμοιαζε αρκετός.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η σοκαριστική ειδησιογραφία που βομβαρδίζει την καθημερινότητά μας, ήρθαν και οι φονικοί βομβαρδισμοί στο Κίεβο και στο Ντονμπάς, εδώ στη γειτονιά μας δηλαδή και όχι σε κάνα ξεχασμένο άκρο του κόσμου, που δεν ξέρουμε καλά – καλά που βρίσκεται, άρα δεν μας ενδιαφέρει. Ναι, δε μας ενδιαφέρει, όπως η πείνα στην Αφρική, ο αυταρχισμός στην Κίνα, η ανύπαρχτη θέση της γυναίκας στην Ανατολή, οι πολεμοχαρείς των ΗΠΑ, τα κατεστραμμένα δάση του Αμαζονίου… Από τα γενικά στα ειδικά λοιπόν, που εξειδικεύτηκαν σε πολιτείες, σε χωριά, σε γειτονίες και τέλος – τέλος, δίπλα από το σπίτι μας, αν όχι μέσα στο ίδιο μας το σπίτι.
Όλα αυτά όμως, έχουν τη ρίζα τους, τα Μέσα, τη θεωρητικά τέταρτη και κρίσιμη εξουσία που διαμορφώνει την κοινή γνώμη. Και για να εξηγούμαστε με ειλικρίνεια, αυτή είναι μια πολύ κρίσιμη επιλογή που πρέπει να κάνει ο κάθε πολίτης. Μια επιλογή, ίσως σημαντικότερη και από την ψήφο στις εκλογές, καθότι η εκάστοτε κυβέρνηση, έπειτα από κάποια χρόνια, αποχωρεί, μια τυποποιημένη συνείδηση όμως, που καλλιεργήθηκε για να καθορίζει την αντίληψη των γεγονότων, δύσκολα ξεριζώνεται.
Κι έπειτα… έρχονται τα Χριστούγεννα, η Λαμπρή, το καλοκαίρι, η ανάπαυλα που αποσυμπιέζει τον Γολγοθά μιας δύσκολης καθημερινότητας. Λίγο το ελαφρύ κλίμα των ημερών, λίγο κάποιες παροχές, λίγο η βοήθεια από εθελοντές οικείους, είτε αγνώστους, κάπως το κουτσοβολεύουμε και παρασυρόμαστε για μια επόμενη επανάσταση, απέναντι σε ό,τι απεχθανόμαστε ξορκίζοντάς το στα περιχαρακώματα του καναπέ, με άξιο συμπολεμιστή, την τηλεόραση, σαν σταθερό φάρο αποχαύνωσης μπροστά στα μάτια μας.
Ποια είναι λοιπόν η θέση μας, σαν κυρίαρχα όντα απέναντι στον εαυτό μας και μιας κοινωνικής αγρυπνίας που επιζητά την αλλαγή; Και που στέκει η κρίση μας μέσα σε αυτό το πλαίσιο της πολύπληθυσμιακής εκροής ειδήσεων, φιλτραρισμένων από το μάτι ενός κοινού παρανομαστή, του οικουμενικού γίγνεσθαι;
Αυτό που αρμόζει, σε καθημερνά υποκείμενα διεσπαρμένων βιοτόπων, δεν είναι να ξεθεμελιώνουν, να υφαρπάζουν, να οργίζονται και να ξορκίζουν, αλλά να σκέπτονται την κάθε είδηση, την κάθε πληροφορία δηλαδή και κατά επέκταση, την κάθε «αλήθεια» στην οποία ενυπάρχει μια άλλη αλήθεια, κεκαλυμμένη ή υπερτιμημένη. Και η πραγματική αλήθεια, έχει ένα σχήμα γεωμετρικό, άρα αναμφισβήτητο και βάρος αυτεξούσιο, που αν το ζυγίσεις, ξεχνάς συντάκτες, πολιτικές προτιμήσεις, κοινωνικές επιρροές, ιδεολογικά συμπλέγματα, κρατιέσαι μονάχα από το ήθος της ψυχής σου και αποστειρώνεις κάθε πληγή από δόλιους εμβολισμούς.
Κάπως έτσι δε συνέβησαν όλα και στο σπήλαιο του Πλάτωνα; Με τον ίδιο τρόπο στο κάθε τι στη ζωή μας, έχουμε αυτή την αέναη υποχρέωση να αποκρυπτογραφούμε τα γεγονότα των Βρυξελλών, της Μόσχας, της Καμπούλ, της Κωνσταντινούπολης και της Αθήνας ακόμα – ακόμα και τέλος – τέλος, της κάθε κοινωνίας που στιγματίζει με φθορά το οξυγόνο μας, δίνοντας πάντα αέναα άλλοθι στον ομιλών – συντάκτη (καθότι δε γνωρίζουμε τα βαθύτατα αίτια της ομιλίας του) και μια σκληρή τιμωρία στον εαυτό μας, όταν απλά κρίνει, χωρίς να σκέφτεται.
Και αν τελικά το σκεφτούμε βαθύτερα, την ίδια βαρύτητα με την ψήφο μας, δε θα έπρεπε να έχει και η επιλογή της κοινωνικότητας μας; Του συντρόφου μας; Η επιλογή των φίλων μας; Η επιλογή της πληροφόρησης; Η επιλογή του εαυτού που θέλουμε να είμαστε εν τέλει, ο οποίος δεν ξελογιάζεται από ευκολίες και δεν συρρικνώνεται στις δυσκολίες ενός ελεύθερου ανθρώπου, βρίσκοντας μια δικαιολογία για τον ίδιο, αλλά ποτέ μια δικαιολογία για τους άλλους; Ας το κρατήσουμε αυτό για επιμύθιο του μέλλοντα εαυτού μας, δε θα ήταν σαρκαστικά ευοίωνο να προσφέρουμε παιδεία σε εμάς και τον κύκλο μας, στα παιδιά μας, στους φίλους μας, στους γνωστούς μας, στη δουλειά μας, στα Μέσα δικτύωσης, επιλέγοντας την ποιοτική σκέψη που καλλιεργείται στη λογοτεχνία, στη φύση και σε κάθε μορφή τέχνης και όχι μπροστά σε τηλεοπτικά σκουπίδια που μας καίνε σιγά – σιγά όσα εγκεφαλικά κύτταρα μας έχουν απομείνει, δίνοντας τελικώς το δικό μας σήμα, στον κάθε συντάκτη, δημοσιογράφο, εκδότη, να προσφέρουν αυτό που μας αξίζει, την αλήθεια για να κρίνουμε το τι θέλουμε και το τι απαρνιόμαστε.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ -ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ