Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ ξέρουν πάρα πολύ καλά ότι εδώ και δεκαετίες διακινούνται τεράστια ποσά, έτσι ώστε η Τουρκία να εμφανίζεται ως βασικός υποστηρικτής και αιμοδότης της μειονότητας και ταυτόχρονα να έχει καταφέρει να δημιουργήσει μια ηγετική ομάδα, μια ελίτ, προκειμένου αυτή να παρεμβαίνει και να καθοδηγεί τα πολιτικά νήματα.
Και βεβαίως αυτές οι πολιτικές παρεμβάσεις γίνονται πολύ πιο έντονες κατά την περίοδο των εθνικών εκλογών στην Ελλάδα, όπου η Άγκυρα, μέσω του τουρκικού προξενείου, επιδιώκει να επιβάλλει την εκλογή δικών της ή αρεστών σε αυτήν υποψηφίων, εξουδετερώνοντας πολιτικά άλλους.
Και ναι, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος από τη σταθερή εδώ και δεκαετίες επιδίωξη της Τουρκίας να συντηρεί λογικές χειραφέτησης της μειονότητας μακριά από τα δημοκρατικά ειωθότα της Ελλάδας.
Και πέρα από τις αυτονόητες και αυταπόδεικτες ευθύνες της ελληνικής πολιτείας στις παλαιότερες εποχές, είναι πέρα για πέρα πολιτικά μυωπικό, να μην αντιλαμβάνεται κανείς την προφανή επιδίωξη της Άγκυρας. Την προσπάθεια να εμφανίζεται ως ο σημαιοφόρος που προστατεύει τη μουσουλμανική μειονότητα, «την οποία η Ελλάδα καταπιέζει, δεν σέβεται τους θρησκευτικούς της ηγέτες, υφαρπάζει τα ιδρύματά της και την περιουσία της», όπως συχνά καταγγέλλει.
Κατά την πάγια στόχευσή της, οι βουλευτές που κερδίζουν τις εκλογές και μπαίνουν στη Βουλή να είναι πρόσωπα τα οποία δεν ακολουθούν μια κομματική γραμμή, λιγότερο στελέχη ενός ελληνικού κόμματος και περισσότερο εκπρόσωποι της μειονότητας, έτσι όπως προσπαθεί να την εργαλειοποιήσει η Τουρκία.
Είναι επομένως ιδεολογικά αφελές, και όχι χωρίς κινδύνους για τα εθνικά συμφέροντα, να αγνοούν κάποιοι(όπως εν προκειμένω ο ΣΥΡΙΖΑ) τις καταγγελίες για προνομιακές σχέσεις υποψήφιων βουλευτών με το τουρκικό προξενείο. Ή να υποστηρίζουν ότι ένας υποψήφιος βουλευτής έχει το δικαίωμα να μιλά ελεύθερα για «τουρκική μειονότητα» στη Θράκη και ότι αυτό αποτελεί την προσωπική του άποψη, επομένως δεν συντρέχει κανένα πρόβλημα.
Σε παλαιότερες εποχές, αλλά όχι και πολύ παλιές, η ελληνική πολιτική απέναντι στη μειονότητα ήταν, κατά το επιεικέστερον, άκρως αντιπαραγωγική. Η ελληνική πολιτεία έκανε (στο παρελθόν) ελάχιστα έτσι ώστε οι μουσουλμάνοι πολίτες της Ελλάδας να νοιώθουν ισότιμοι. Αλλά αυτά δεν συμψηφίζονται με πολιτικά λάθη και ατοπήματα, όπως οι επιζήμιες συμπεριφορές σήμερα από παράγοντες της μέχρι χθες αντιπολίτευσης. Και σε μια συγκυρία, ενόψει μιας επανεκκίνησης, όπως φαίνεται, του διαλόγου με την Τουρκία, η οποία βάζει σταθερά το ζήτημα της μειονότητας ως μέρος ενός πακέτου θεμάτων, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί μια τέτοια στάση.
Τα εθνικά θέματα απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή. Δεν μπορούμε να ξεχνάμε ότι, ενόψει της διαδικασίας συζητήσεων με την Ελλάδα, η Άγκυρα θα επιδιώξει την περαιτέρω διεύρυνση της ατζέντας, θα βάλει μέσα το ζήτημα της Θράκης και των δικαιωμάτων της μειονότητας, το οποίο προβάλλει σταθερά ως ένα διμερές ζήτημα προς επίλυση. Ατοπήματα, όπως αυτά των τελευταίων ημερών, εν μέσω της προεκλογικής περιόδου, μόνο επιχειρήματα μπορούν να προσφέρουν στην απέναντι πλευρά, παραμονές μιας νέας κρίσιμης περιόδου για τα ελληνοτουρκικά.
του Φώτη Σιούμπουρα
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο