Ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας αποτελούν τα ακραία καιρικά φαινόμενα και το καυτό κλίμα το οποίο δημιουργούν οι θερμοκρασίες «βρασμού» στον Νότο.
Οι υπολογισμοί των μεγάλων ερευνητικών κέντρων ανεβάζουν τον λογαριασμό σε πάνω από τα 9 δισ. ευρώ τον χρόνο. Σε αυτό το νούμερο-μαμούθ δεν συγκαταλέγεται το κόστος της ανθρώπινης ζωής, της απώλειας πανίδας ή και η υποβάθμισης της ποιότητας του αέρα σε βάθος χρόνου. Οι καύσωνες στην Ελλάδα στοιχίζουν πάνω από 1 δισ. ευρώ και οι πυρκαγιές κόβουν από το ελληνικό ΑΕΠ τουλάχιστον 3 δισ. ευρώ (στο σενάριο υψηλών εντάσεων).
Σύμφωνα με την επικαιροποιημένη έρευνα της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) για την Τράπεζα της Ελλάδος, το ετήσιο κόστος από την κλιματική αλλαγή μπορεί να φτάσει τα περίπου 8,5 δισ. ευρώ το έτος. Η αποκαλυπτική αυτή μελέτη δείχνει ότι το συνολικό κόστος είναι δυνατόν να φτάσει τα 701 δισ. ευρώ έως το 2100. Δηλαδή, το ΑΕΠ της Ελλάδας μπορεί να μειώνεται κατά 2% σε ετήσια βάση μέχρι το 2050 και ακόμη περισσότερο μέχρι το 2100.
Στους υπολογισμούς τους οι διεθνείς οίκοι, όπως πρόσφατα για παράδειγμα εξέδωσε η Moody’s, δεν εντάσσεται η ένταση των φαινόμενων, τα οποία κάθε χρόνο κλιμακώνονται στις μεσογειακές ακτές. Βασική συνέπεια είναι να πλήττεται η βαριά βιομηχανία της χώρας, δηλαδή ο τουρισμός, καθώς εκτιμάται ότι οι επισκέπτες κατά ένα ποσοστό θα αποφεύγουν να κάνουν διακοπές σε χώρες και περιοχές υψηλού κινδύνου.
Ακόμη βέβαια δεν φθάσαμε στο σημείο αυτό, αλλά επειδή οι επιστήμονες μιλούν ήδη για θερμοκρασίες…Σαχάρας τα προσεχή 20-30 έτη, ας το έχουν υπ’όψιν τους κυβερνήσεις και τουριστικοί προορισμοί στις μεσογειακές χώρες, μεταξύ των οποίων βεβαίως και (περισσότερο απ’ όλους) η Ελλάδα, για να…προσαρμοστούμε αναλόγως.
του Φώτη Σιούμπουρα
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο