Σύμφωνα με το περιοδικό Forbes, οι πλουσιότεροι άνθρωποι της Ρωσίας αύξησαν πέρυσι τον πλούτο τους κατά 72 δισεκατομμύρια δολάρια, φθάνοντας στο σύνολο του στα 577 δισεκατομμύρια δολάρια, με τον Βαγκίτ Αλεκπέροφ, πρώην πρόεδρο της μεγαλύτερης πετρελαϊκής εταιρείας Lukoil, να βρίσκεται στην πρώτη θέση.
Το 2021, πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το περιοδικό Forbes εκτιμούσε ότι τα συνολικά περιουσιακά στοιχεία των Ρώσων δισεκατομμυριούχων έφθαναν τα 606 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι υψηλές τιμές των εμπορευμάτων τα τελευταία δύο χρόνια και η εστιασμένη στον πόλεμο οικονομική ανάπτυξη της Ρωσίας, η οποία καταπνίγει τον αντίκτυπο των δυτικών κυρώσεων, συνέβαλαν στην ανάκαμψη προς την κατεύθυνση αυτού του αριθμού.
Πολλοί Ρώσοι δισεκατομμυριούχοι υπέστησαν δυτικές κυρώσεις, καθώς η Δύση προσπάθησε να τιμωρήσει τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν και όσους θεωρήθηκε ότι ήταν κοντά του, για την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Ο συνολικός τους πλούτος μειώθηκε στα 353 δισεκατομμύρια δολάρια το 2022.
Ο Πούτιν έχει επανειλημμένα επισημάνει την αποτυχία των δυτικών κυρώσεων να καταστρέψουν τη ρωσική οικονομία και έχει αναδείξει το γεγονός ότι η οικονομία της Ρωσίας αναπτύχθηκε ταχύτερα πέρυσι -με αύξηση του ΑΕΠ κατά 3,6%- από οποιαδήποτε από τις χώρες της Ομάδας των Επτά που είναι σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνες για τις κυρώσεις.
Διαθέτοντας τεράστιους φυσικούς πόρους, η οικονομία της Ρωσίας ανέκαμψε απότομα από την ύφεση του 2022, αλλά η ανάπτυξη βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην παραγωγή όπλων και πυρομαχικών για τον πόλεμο στην Ουκρανία, καλύπτοντας προβλήματα που εμποδίζουν τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ρώσων.
Για φέτος οι εμπειρογνώμονες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αναμένουν ανάπτυξη του ρωσικού ΑΕΠ κατά 2,6% , αλλά προβλέπουν ότι θα υπάρξουν δύσκολοι καιροί για την οικονομία λόγω της εκροής ανθρώπων και ελλείψεων στην τεχνολογία
Οι Ρώσοι επιχειρηματίες έχουν βγει κερδισμένοι στην πραγματικότητα από την αποχώρηση των δυτικών εταιρειών, με πλήθος εταιρειών να πωλούν φθηνά τα περιουσιακά τους στοιχεία ή να κατάσχονται οι ρωσικές δραστηριότητές τους και να εγκαθιστούν σ’ αυτές τοπικούς διαχειριστές.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Εν τω μεταξύ, το υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας ανακοίνωσε σήμερα ότι νέος αρχηγός του Πολεμικού Ναυτικού αναλαμβάνει ο ναύαρχος Αλεξάντερ Μοϊσέγεφ.
Σε τηλεδιάσκεψη με τους ανώτατους διοικητές των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, ο υπουργός Άμυνας Σεργκέι Σοϊγκού ανέφερε επίσης ότι ο αντιναύαρχος Κονσταντίν Καμπαντσόφ διορίστηκε διοικητής του Βόρειου Στόλου και ο αντιναύαρχος Σεργκέι Πιντσούκ διοικητής του Στόλου της Μαύρης Θάλασσας.
Με προεδρικό διάταγμα ο Μοϊσέγεφ αντικαθιστά τον Νικολάι Εβμένοφ που ήταν αρχηγός του Πολεμικού Ναυτικού από τον Μάιο του 2019. Ο Μοϊσέγεφ είχε ήδη εμφανιστεί με τη νέα του ιδιότητα στα μέσα Μαρτίου, σε μια τελετή που έγινε στο λιμάνι της Κροστάνδης.
Ο Πιντσούκ γεννήθηκε το 1971 στη Σεβαστούπολη της Κριμαίας, σύμφωνα με το βιογραφικό του που αναρτήθηκε στον ιστότοπο του υπουργείου. Το 2011 προήχθη σε διοικητή της ναυτικής βάσης του Νοβοροσίσκ, στη Μαύρη Θάλασσα ενώ το 2016 ανέλαβε τα ηνία του Στόλου της Κασπίας.
Η αλλαγή διοίκησης στον Στόλο της Μαύρης Θάλασσας έρχεται έπειτα από μια σειρά επιτυχιών της Ουκρανίας στη ζώνη αυτή, καθώς οι επιθέσεις της με πλωτά μη επανδρωμένα αεροσκάφη ή με πυραύλους υποχρέωσαν τον ρωσικό στόλο σε αναδίπλωση. Η Ουκρανία βύθισε ή προκάλεσε ζημιές σε πολλά ρωσικά πολεμικά πλοία και κατάφερε να ανοίξει μια θαλάσσια δίοδο για την εξαγωγή των δημητριακών της. Οι ουκρανικές δυνάμεις βομβάρδισαν τον Σεπτέμβριο του 2023 το γενικό επιτελείο του στόλου της Μαύρης Θάλασσας στη Σεβαστούπολη ενώ έναν χρόνο νωρίτερα βύθισαν το Moskva, τη ναυαρχίδα του ρωσικού στόλου.